Η Μισέλ γεννήθηκε στον δρόμο, όπως τόσα και τόσα κουτάβια που γεννιούνται στην χώρα μας χωρίς μέλλον, και χωρίς καμμία ελπίδα. 

Ήρθε σε εμάς με τα αδέρφια της, και στην αρχή όλα τα κουτάβια ήταν πολύ φοβισμένα, δεν πλησίαζαν ανθρώπους και γαύγιζαν συνεχώς. 

Την ημέρα που έφτασε στο καταφύγιο, βρώμικη και φοβισμένη, πήγαμε να την βγάλουμε από το κρέιτ του βαν και απειλούσε πως θα μας δαγκώσει. όχι μόνο δεν δάγκωσε, αλλά την βγάλαμε, την κάναμε ένα γρήγορο μπάνιο, και την κρατήσαμε στην αγκαλιά μας με μια πετσέτα για αρκετή ώρα. 

Κούρνιασε εκεί και δεν κουνιόταν. Κάποια στιγμή χαλάρωσε και τα ματάκια της έκλεισαν. 

Από εκεί και πέρα έγινε και γίνεται μεγάλη προσπαθεια για να κοινωνικοποιηθεί και αυτή και τα αδέρφια της. Από τα τέσσερα κουτάβια, η Μισέλ ήταν η πιο διστακτική στην αρχή, και ακόμα είναι, ωστόσο μέρα με την ημέρα ανοίγεται όλο και περισσότερο. 

Μιμείται τις αδερφές της που έχουν ανοιχτεί πολύ περισσότερο, παίζει και αυτή, μας πλησιάζει περισσότερο και παίρνει λιχουδιές από το χέρι μας.