Εμφανίστηκε μέσα στο καλοκαίρι σε ένα χωριό μια μέρα, όπως εμφανίζονται όλα τα σκυλιά σαν αυτόν. Φοβισμένος, πεινασμένος, και μόνος. Απίστευτα μόνος.
Κρυβόταν στις αυλές μιας από τις γειτονιές, και έβγαινε κάθε βράδυ μέχρι την ταβέρνα, να ζητιανέψει από μακριά, σαν φάντασμα.
Πιάστηκε πανεύκολα, με λίγο ψωμί που του έριξε η γιαγιά που καμμία φορά τον τάιζε. Επάνω του είχε χιλιάδες τσιμπούρια, χιλιάδες, μικρά και μεγάλα, και δεκάδες αλογόμυγες.
Μπορεί μέχρι πρόσφατα να φύλαγε πρόβατα, μπορεί να μην έκανε καλά την δουλειά του, μπορεί και να την έκανε, αν και δεν φαίνεται σκυλί που έχει καμμία τάση να προστατεύσει τίποτα πέρα από την αξιοπρέπειά του.
Είναι ένας ήρεμος, περήφανος σκύλος με μουστάκια, που περιμένει να βγει από το κλουβί για να πάει τουαλέτα, και μετά γυρνάει πάλι σε αυτό και μένει και σε κοιτάει αμίλητος, χωρίς να ενοχλεί ποτέ.
Είναι πολύ νεαρός, και πολύ ωραίος με έναν τρόπο δικό του, που σε κάνει να τον παρατηρείς χωρίς αυτός να προσπαθεί καθόλου για αυτό.