Αυτά τα μικρά, μαλλιαρα σκυλάκια, όταν καταλήγουν σε λάθος χέρια και φτάνουν στα χέρια μας με τζίβες, βρώμικα και πεινασμένα μας ματώνουν την καρδιά.

Κάτω από όλη την παραμέληση, η Κικα έιχε μια τεράστια καρδιά, που μέσα της έκρυβε όλη την χαριτωμενιά του κόσμου.

Ακόμα και τότε που ήταν άτριχη και αδύνατη, έτρεψε να μας υποδεχτεί, σηκψνόταν στα δύο της πόδια να μας φτάσει, και κουνούσε την ουρά της που ήταν σαν ουρά ποντικιού.

Την φανταζόμασταν να τρέχει έτσι με τα μαλλιά της μακριά, φρεσκοχτενισμενα και απαλά, και χαμογελούσαμε μόνοι μας.

Η Κίκα πέρασε διάφορα στάδια μέχρι να γίνει όπως είναι σήμερα. Αφού ήρθε σε μας με τρίχες τόπους τόπους. και νομίζαμε τότε ότι το σκυλί είναι άσπρο, κουρεύτηκε και έμεινε έτσι χωρίς καθόλου μαλλί για κάπποιο καιρό. Και κάτω από τα μαλλιά, διαπιστώσαμε πως το δέρμα της δεν ήταν άσπρο. 

Όταν άρχισαν να βγαίνουν οι πρώτες τρίχες, δεν ήταν άσπρες ούτε αυτές! Ήταν όλα τα χρώματα. Όλα όμως. Και άσπρο, και μάυρο, και καφέ και μπεζ, και η Κίκα άρχισε να γίνεται σαν πίνακας αφηρημένης ζωγραφικής. 

Είναι ένα σκυλί πολύ ανθρωποκεντρικό, που η κίνηση ματ της είναι να πηδάει στα δύο πόδια και να σε αγκαλιάζει. Αν είσαι καθιστός, σε φτάνει και σε φιλάει, αν είσα όρθιος, σε φτάνει στο γόνατο κάπου. 

Έχει λοιπόν τρίχωμα-πίνακα ζωγραφικής, έχει προσωπικότητα, το μόνο που δεν έχει είναι ένα σπίτι.