Κυκλοφορούσε αδέσποτος, όπως τόσα και τόσα εγκαταλελειμμένα κυνηγόσκυλα σαν αυτόν, κάπου στην επαρχία, κάπου σε ένα από αυτά τα μέρη όπου τα σκυλιά δεν νιώθουν ότι ανήκουν πουθενά.
Δεν ανήκουν σε κανέναν, δεν ανήκουν σε κανένα χωριό, δεν ανήκουν σε αυτό τον κόσμο.
Έμεινε για λίγες ημέρες με κάποιους ανθρώπους που έκαναν διακοπές στο χωριό.
Και για αυτές τις λίγες ημέρες, ο Σταύρος έβγαινε την βόλτα του κανονικά, έκανε την ανάγκη του έξω, μετά γυρνούσε όλο χαρά στο σπίτι, έτρωγε και έμενε ήσυχος στο σπίτι μαζί τους, η μόνος του, χωρίς να κάνει ούτε μια ζημιά, χωρίς να ενοχλήσει, και χωρίς να ακουστεί η φωνή του ποτέ.
Είναι ένα σκυλί κοινωνικό και γλυκύτατο, που στην αρχή κουνούσε την ουρά του δειλά και δεν πλησίαζε αμέσως, όσο και να ήθελε.
Με τον καιρό μαθαίνει ξανά πώς οι άνθρωποι είναι καλοί, γίνεται όλο και πιο κοινωνικός, και όλο και πιο καλός.
Μόλις ολοκληρώσει την θεραπεία του για λεϊσμανίαση, και γίνει ξανά ακόμη πιο πανέμορφος από ότι είναι σήμερα, θα είναι έτοιμος για το παντοτινό του σπίτι.